Αποτελώντας το ήμισυ του τμήματος της Ομοσπονδιακής Άπω Ανατολής, είναι το μεγαλύτερο υπο-εθνικό διοικητικό τμήμα στον κόσμο, με 3.083.523 τετραγωνικά χιλιόμετρα και η όγδοη μεγαλύτερη σε έδαφος περιοχή στον κόσμο, εάν συγκριθεί το ομόσπονδο τμήμα της Ρωσίας με άλλες χώρες. Είναι μεγαλύτερη από την Αργεντινή και λίγο μικρότερη από την Ινδία η οποία καλύπτει έκταση 3,287,590 τετραγωνικών χιλιομέτρων. Η Δημοκρατία Σαχά είναι μία από τις δέκα αυτόνομες Τουρκικές Δημοκρατίες εντός της Ρωσικής Ομοσπονδίας.
Η πρωτεύουσα είναι η πόλη του Γιακούτσκ το οποίο είναι το σημαντικότερο λιμάνι του πλωτού ποταμού Λένα. O πληθυσμός του ανέρχεται σε άνω των 210 χιλιάδων κατοίκων. Από τη Μόσχα απέχει σε ευθεία γραμμή 4.880 χιλιόμετρα.
Η πόλη ιδρύθηκε το 1632 ως φρούριο από Κοζάκους, οι οποίοι εξερευνούσαν τη Σιβηρία για λογαριασμό του Ρωσικού Βασιλείου. Παρέμενε όμως άσημη έως τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα, όταν ανακαλύφθηκαν στο Λένα αποθέματα πολύτιμων μετάλλων και άρχισαν να συρρέουν χρυσοθήρες απ’ όλη τη χώρα. Ο ορυκτός πλούτος αποτέλεσε τη βάση για την εκβιομηχάνιση της περιοχής, ιδιαίτερα κατά τη σοβιετική περίοδο. Δεδομένου ότι το 1/4 της παγκόσμιας παραγωγής διαμαντιών εξορύσσεται στη Γιακουτία, μπορεί να καταλάβει κανείς γιατί η πρωτεύουσά της θεωρείται ως μία από τις παγκόσμιες πρωτεύουσες του κλάδου.
Μία ιδιαιτερότητα της πόλης είναι ο τρόπος που επικοινωνεί οδικά με την απέναντι (ανατολική) όχθη του Λένα, συνεπώς με όσες περιοχές της Ρωσίας βρίσκονται ανατολικά της. Ελλείψει γέφυρας (ο Λένας είναι πολύ πλατύς και ορμητικός, σε ολόκληρη τη Γιακουτία δεν τον διασχίζει ούτε μία γέφυρα) το καλοκαίρι χρησιμοποιείται πορθμείο, ενώ το χειμώνα η επιφάνεια του ποταμού παγώνει και τα αυτοκίνητα κινούνται επάνω της! Στα ενδιάμεσα διαστήματα, όταν το στρώμα του πάγου είναι λεπτό, δεν μπορούν να κινηθούν ούτε τα πορθμεία ούτε τα αυτοκίνητα, με αποτέλεσμα να διακόπτεται πλήρως η επικοινωνία.
Οι κλιματολογικές συνθήκες στην Γιακουτία είναι ιδιαίτερα αντίξοες. Τον Ιανουάριο η μέση θερμοκρασία είναι κοντά στους -41 °C, όμως το καλοκαίρι συχνά εκτινάσσεται πάνω από τους 30 °C, μολονότι απέχει ελάχιστα από τον αρκτικό κύκλο.
Το τουρκικό φύλο των Σαχά, γνωστοί και ως Γιακούτιοι, μετανάστευσαν στην περιοχή τον 13ο και 14ο αιώνα από άλλα μέρη της Σιβηρίας λόγω της αυξανόμενης στρατιωτικής ισχύος των Μογγόλων. Όταν αφίχθησαν αναμίχθηκαν με άλλους αυτόχθονες Σιβήριους στην περιοχή. Το Γιακούτσκ ιδρύθηκε το 1632 ως Ostrog (φρούριο) από τον Πιότρ Μπεκετόβ. Το 1639, έγινε κέντρο ενός βοϊβόντστβο. Ο βοϊβόδας του Γιακούτσκ γρήγορα έγινε ο πιο σημαντικός Ρώσος αξιωματούχος της περιοχής και διεύθυνε την επέκταση προς τα ανατολικά και τα νότια.
Το Γιακούτσκ δεν έγινε πόλη μέχρι την ανακάλυψη μεγάλων αποθεμάτων χρυσού και άλλων μεταλλευμάτων στη δεκαετία του 1880 και 1890. Τα αποθεματικά αυτά αναπτύχθηκαν εκτενώς κατά τη διάρκεια της εκβιομηχάνισης υπό τον Στάλιν. Η ταχεία ανάπτυξη των στρατοπέδων καταναγκαστικής εργασίας στη Σιβηρία ήταν επίσης ένας σημαντικός παράγοντας που ενθάρρυνε την ανάπτυξη του Γιακούτσκ.
Το Γιακούτσκ έχει μια ξεχωριστή θέση στην ενδοχώρα, απέχει σχεδόν 1.000 χιλιόμετρα (620 μίλια) από τον Ειρηνικό Ωκεανό, η οποία σε συνδυασμό με το υψηλό γεωγραφικό πλάτος σημαίνει έκθεση σε δριμείς χειμώνες, αλλά και έλλειψη μετριοπαθών θερμοκρασιών.
Η Γιακουτία μπορεί να χωριστεί σε τρεις μεγάλες ζώνες βλάστησης. Περίπου το 40% του Σαχά βρίσκεται πάνω από τον Αρκτικό κύκλο και όλο αυτό καλύπτεται από μόνιμο πάγο που επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό την οικολογία και τα όρια των δασών νοτιότερα. Η Αρκτική και η παρακείμενη τούνδρα καθορίζουν την μεσαία περιοχή, όπου λειχήνες και βρύα αναπτύσσονται σε μεγάλα πράσινα χαλιά και είναι τα αγαπημένα βοσκοτόπια των ταράνδων. Στο νότιο τμήμα της ζώνης της τούνδρας, φυτρώνουν διάσπαρτα είδη πεύκων άγνωστα στην Ελλάδα, τα οποία αναπτύσσονται κατά μήκος των ποταμών. Κάτω από την τούνδρα βρίσκεται μια μεγάλη περιοχή δάσους τάιγκας.
Στην Γιακουτία βρίσκεται το Πάρκο της Πλειστοκαίνου περιόδου, ένα έργο που απευθύνεται στην αναδημιουργία λιβαδιών τούνδρας της Πλειστόκαινου με την τόνωση της ανάπτυξης της χλόης και με την εισαγωγή ζώων που βρισκόντουσαν στην περιοχή κατά τη διάρκεια της Πλειστοκαίνου, αρχές της Ολόκαινου περιόδου.
Το κλίμα είναι πολύ ξηρό, με τη μέγιστη βροχόπτωση να συμβαίνει κατά τους καλοκαιρινούς μήνες. Ακόμη και κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, οι πιο νότιοι ανατολικοί άνεμοι του Ειρηνικού Ωκεανού χάνουν την υγρασία τους πάνω από τα παράκτια βουνά αρκετά πριν από την κοιλάδα του Λένα.
Ο ποταμός Λένα είναι πλωτός το καλοκαίρι, υπάρχουν διάφορες κρουαζιέρες που προσφέρονται, συμπεριλαμβανομένων προς τους πυλώνες Λένα, και περιηγήσεις που επισκέπτονται το θεαματικό τοπίο στον κάτω ρου και στο Δέλτα του Λένα.
Η Γιακουτία είναι διάσημη για πολλά πράματα, μεταξύ των οποίων είναι ότι στα εδάφη της βρίσκονται πάνω από 800 χιλιάδες λίμνες.
Η Γιακουτία είναι προικισμένη με πολλές πρώτες ύλες. Το έδαφός της περιέχει μεγάλα αποθέματα πετρελαίου, φυσικού αερίου, άνθρακα, διαμαντιών, χρυσού, ασημιού, κασσίτερου, βολφράμιου και πολλών άλλων. Η Γιακουτία παράγει το 99% του συνόλου των ρωσικών διαμαντιών και πάνω από το ένα πέμπτο της παγκόσμιας παραγωγής. Η πρωτεύουσά της είναι το κέντρο της ALROSA και άλλων εταιρειών εξόρυξης. Η πόλη είναι επίσης κέντρο σημαντικής βιομηχανίας τροφίμων, βυρσοδεψείων, πριονιστηρίων, καθώς και εργοστασίων οικοδομικών υλικών. Επιπλέον η Yakutia Airlines έχει την έδρα της στην πόλη.
Υπάρχουν πολλά θέατρα στο Γιακούτσκ: το Κρατικό Ρωσικό Θέατρο Δράματος “Πούσκιν”, το Θέατρο Σακά “Οϊγιούνσκι”, το Θέατρο Νεαρών Θεατών Σουορούν Ομολούν και το Κρατικό Ακαδημαϊκό Θέατρο Όπερας και Μπαλέτου, Σιβτσέβ.
Υπάρχουν μια σειρά από μουσεία, καθώς: το Εθνικό Μουσείο Καλών Τεχνών του Σαχά, το Μουσείο Τοπικής Ιστορίας και Παράδοσης, “Γιαροσλάβσκι” και τα μόνα μουσεία στον κόσμο αφιερωμένα στο χόμους (μουσικό όργανο) και στο παγωμένο έδαφος.
Το Γιακούτσκ είναι ένας προορισμός της λεωφόρου Λένα. Η σύνδεση της πόλης με την εθνική οδό είναι προσβάσιμη μόνο με πλοίο το καλοκαίρι, ή το καταχείμωνο, ακριβώς πάνω στον παγωμένο ποταμό Λένα. Το Γιακούτσκ βρίσκεται εξ ολοκλήρου στη δυτική όχθη του ποταμού, και δεν υπάρχει γέφυρα οπουδήποτε στον Δημοκρατία των Σαχά που να διασχίζει τον Λένα. Το ποτάμι είναι αδιάβατο για μεγάλες περιόδους του έτους, όταν περιέχει αποσπασμένα κομμάτια πάγου, όταν ο πάγος δεν είναι αρκετά παχύς για να υποστηρίξει την κυκλοφορία, ή όταν η στάθμη του νερού είναι πολύ υψηλή και το ποτάμι ταραχώδες στις πλημμύρες της άνοιξης. Ο αυτοκινητόδρομος τελειώνει στην ανατολική όχθη του Λένας στο Νίζνι Μπεστιάχ (Нижний Бестях), ένας οικισμός αστικού τύπου με περίπου τέσσερις χιλιάδες κατοίκους. Το Γιακούτσκ συνδέεται με Μαγκαντάν από την εθνική οδό Κολύμα.
Μια γέφυρα στον Λένα έχει προγραμματιστεί να κατασκευαστεί το 2020. Η γέφυρα έχει προγραμματιστεί να είναι διπλής χρήσης, ένας σιδηρόδρομος και οδική γέφυρα, ώστε να μπορέσει να συνδέσει την πόλη με την Ανατολική-Δυτική Αρτηρία Μπαϊκάλ Αμούρ. Ο σιδηρόδρομος έφτασε στον οικισμό του Νίζνι Μπεστιάχ, στην απέναντι όχθη του Λένα από Γιακούτσκ, το Νοέμβριο του 2011.
Η γέφυρα θα είναι πάνω από 3 χιλιόμετρα (1,9 μίλια) μήκος και θα κατασκευαστεί σε σημείο όπου ο ποταμός στενεύει και δεν δημιουργεί ευρύ χώρο για πλημμύρες την άνοιξη. Το καταχείμωνο, η παγωμένη Λένα είναι βατή λεωφόρος για φορτηγά πάγου που χρησιμοποιούν το κανάλι για να φτάσουν στα απομακρυσμένα φυλάκια.
Πριν από την άφιξη της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, η πλειοψηφία του τοπικού πληθυσμού πίστευε στο Τένγκρι, κοινή θρησκεία των τουρκόφωνων λαών της Κεντρικής Ασίας, ή σε παλαιοασιάτες αυτόχθονες. Ο σαμανισμός ασχολείται τόσο με το “φως” (καθοδήγηση της κοινότητας) όσο και με το “σκοτάδι” (επούλωση πληγών μέσα από πνευματικό ταξίδι). Υπό την ηγεσία των Ρώσων, ο τοπικός πληθυσμός στράφηκε στην Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία και όφειλε να λάβει Ορθόδοξα Χριστιανικά ονόματα, αλλά στην πράξη γενικά συνέχισε να ακολουθεί τις παραδοσιακές θρησκείες. Κατά τη διάρκεια της σοβιετικής εποχής, το μεγαλύτερο μέρος ή το σύνολο των σαμάνων πέθανε χωρίς διαδόχους.
Στη δεκαετία του 1990, οι σαμάνοι έκαναν την επανεμφάνισή τους μέσα από ένα νεοπαγανιστικό κίνημα το οποίο έχτισε έναν σαμανικό ναό στο κέντρο του Γιακούτσκ το 2002.
Επί του παρόντος, ενώ η Ορθοδοξία διατηρεί ποίμνιο, αν και με πολύ λίγους ιερείς που να είναι πρόθυμοι να πάνε σταθμεύουν έξω από το Γιακούτσκ, υπάρχει ενδιαφέρον και δραστηριότητα προς την ανανέωση των παραδοσιακών θρησκειών. Από το 2008, οι Ορθόδοξοι ηγέτες περιγράφουν την κοσμοθεωρία του γηγενούς πληθυσμού της δημοκρατίας ως dvoyeverie (δίπιστο), ή μια “τάση συγκρητισμού”, όπως αποδεικνύεται από τους ντόπιους μερικές φορές πρώτα καλούν έναν σαμάνο, και στη συνέχεια έναν Ορθόδοξο παπά να πραγματοποιήσουν τις τελετές τους για κάποιο σημαντικό γεγονός στη ζωή τους.
Σύμφωνα με επίσημη έρευνα του 2012 το 37,8% του πληθυσμού της Γιακούτιας πρόσκεινται στην Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία, ενώ το 13% του πληθυσμού προσκολλάται στον Τενγκρισμό ή στον Γιακουτικό σαμανισμό. Επιπλέον, το 17% του πληθυσμού θεωρεί την πίστη του ως “πνευματική αλλά όχι θρησκευτική”, ενώ το 26% δηλώνουν άθεοι.
Το ετήσιο καλοκαιρινό φεστιβάλ Ισιάχ λαμβάνει χώρα το τελευταίο Σαββατοκύριακο του Ιουνίου. Τα παραδοσιακά πανηγύρια των Γιακούτιων στο θερινό ηλιοστάσιο περιλαμβάνουν μια γιορτή για την αναβίωση και ανανέωση της φύσης, τη γονιμότητα και την έναρξη του νέου έτους. Συνοδεύεται από γιακουτικές τελετουργίες και τελετές, παραδοσιακούς χορούς, ιπποδρομίες, Γιακουτική έθνική μουσική και τραγούδι, εθνική κουζίνα και διαγωνισμούς στα παραδοσιακά αθλήματα των Γιακούτιων.