Την Τετάρτη στο Σότσι θα συναντηθούν οι Πρόεδροι της Ρωσίας, της Τουρκίας και του Ιράν. Οι συνομιλίες τους θα αφορούν κυρίως την κατάσταση στη Συρία, ωστόσο η συνάντηση αυτή καθεαυτή έχει πολύ πιο βαρύνουσα σημασία. Παρά το γεγονός, ότι οι σχέσεις της Ρωσίας με τους δυο ισχυρούς γείτονες μετρούν 500 χρόνια, η τριμερής συνάντηση κορυφής πραγματοποιείται για πρώτη φορά.
Την Τετάρτη στο Σότσι αναμένεται η συνάντηση των Προέδρων της Ρωσίας, της Τουρκίας και του Ιράν. Σύμφωνα με τη δήλωση του Κρεμλίνου, «πρόκειται για τις εγγυήτριες χώρες για την ρύθμιση του συριακού. Πρώτο θέμα στην ημερήσια διάταξη – η Συρία».
Ανήμερα της διάσκεψης μεταξύ των Προέδρων Βλαντιμίρ Πούτιν, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και Χασάν Ροχάνι, θα πραγματοποιηθούν οι συναντήσεις μεταξύ των αρχηγών των Γενικών Επιτελείων των τριών χωρών και των Υπουργών Εξωτερικών τους. Σημειωτέον, ότι οι συναντήσεις στη Μόσχα μεταξύ των στρατιωτικών και των διπλωματών των τριών χωρών αποτέλεσαν την αρχή της «Τρόικας» τον Δεκέμβρη του περασμένου έτους, όταν ο Σεργκέι Λαβρώφ και ο Σεργκέι Σόιγκου υποδέχτηκαν τους Ιρανούς και Τούρκους ομολόγους τους. Όμως εκείνη η Τριάδα ήταν υπουργική, ενώ τώρα γίνεται λόγος για την συνάντηση των τριών Προέδρων.
Όταν η Ρωσία ξεκινούσε τις πολεμικές επιχειρήσεις στην Συρία πριν από δυο χρόνια, οι γεωπολιτικοί της αντίπαλοι το απέδιδαν στην επιθυμία της Ρωσίας να «παζαρέψει» κάποιο αντάλλαγμα στις διαπραγματεύσεις με τις ΗΠΑ πάνω στην Ουκρανία (παραμύθια δηλαδή, που δυστυχώς πολλοί επίστεψαν), προφήτευαν την ήττα του ρωσικού στρατού, την χειροτέρευση των σχέσεων της χώρας με τους Άραβες και τους Σουνίτες από όλο τον κόσμο. Το αποτέλεσμα όμως της επιχείρησης στη Συρία – το οποίο ήδη διαγράφεται καθαρά, καθώς πλησιάζουμε στην τελική φάση της, – ήταν ακριβώς το αντίθετο.
Η Ρωσία όχι μόνο επανέφερε υπό τον έλεγχο της Δαμασκού το μεγαλύτερο μέρος της Συρίας, αλλά και αύξησε σημαντικά την επιρροή της στην περιοχή, και κατ’ επέκταση – στον κόσμο. Η αναμενόμενη συνάντηση της Τετάρτης ανάμεσα στους Προέδρους των τριών χωρών, που ορίζουν αυτή τη στιγμή το μέλλον της Συρίας, αποτελεί την καλύτερη επιβεβαίωση.
Οι τρεις Πρόεδροι πρόκειται να συζητήσουν τη ρύθμιση του συριακού, η οποία θα διεξαχθεί σύμφωνα με τις αποφάσεις τους. Κι αυτό επειδή η Τουρκία και το Ιράν είναι οι σπουδαιότερες γείτονες της Συρίας χώρες, με την μεγαλύτερη ανάμειξη στον συριακό πόλεμο, η δε Ρωσία είναι η χώρα που ανέτρεψε την εξέλιξη του πολέμου.
Είναι αλήθεια, ότι η Μόσχα το κατόρθωσε από κοινού με την Τεχεράνη, μια δύναμη που εξαρχής στάθηκε στο πλευρό του Άσαντ, αφού όμως η Τουρκία άλλαξε την στάση της ως προς τον Σύριο Πρόεδρο, και ο εξαετής πόλεμος άρχισε να βαίνει πια στο τέλος του. Η Τουρκία άρχισε να συνεργάζεται με τη Ρωσία και το Ιράν, ώστε είτε με τη βία είτε με την πειθώ να εξαναγκάσει τις αντικαθεστωτικές δυνάμεις της Συρίας σε συνθηκολόγηση και ειρηνικές διαπραγματεύσεις. Τον Δεκέμβρη στο Σότσι θα διεξαχθεί ένα μεγάλο παγκόσμιο συνέδριο Συρίων, στο οποίο καλό θα ήταν να συγκεντρωθεί όσο το δυνατόν μεγαλύτερος αριθμός εκπροσώπων της ένοπλης αντιπολίτευσης.
Η μελλοντική κυβέρνηση της Συρίας θα σχηματιστεί στη Δαμασκό, ωστόσο το πώς θα διοικείται και ποιες εγγυήσεις θα λάβουν οι διάφορες μειονότητες και περιφέρειες, εξαρτάται από τη στάση των μεγάλων δυνάμεων. Και αυτή τη στιγμή υπάρχουν τρεις μεγάλες δυνάμεις για τη Συρία – η Ρωσία, το Ιράν και η Τουρκία. Και οι τρεις επιθυμούν την διάσωση της ενιαίας Συρίας, εξυπηρετώντας παράλληλα και τα δικά τους συμφέροντα, που δεν είναι μόνο τοπικού βεληνεκούς.
Επιπλέον, το ίδιο το γεγονός ότι οι τρεις χώρες συμφώνησαν στη ρύθμιση του συριακού υπερβαίνει σε σπουδαιότητα και αυτή τη ρύθμιση. Αυτό, επειδή ενώ η ιστορία των σχέσεων της Ρωσίας με το Ιράν και την Τουρκία μετράει μισή χιλιετία, οι ηγέτες των τριών χωρών δεν έχουν ξανασυναντηθεί ποτέ σε τριμερή σύσταση. Κι αν αναλογιστούμε τον ρόλο και τη βαρύτητα των τριών χωρών στην Ευρασία, η ίδια η δυνατότητα σχηματισμού αυτής της τριαδικής συμμαχίας έχει τεράστια σημασία.
Η Τουρκία και το Ιράν είναι οι κληρονόμοι σπουδαίων αυτοκρατοριών του παρελθόντος: το Ιράν, με ιστορία χιλιάδων ετών και απολύτως αυτόνομο κράτος στο παρόν, ένα από τα κέντρα του παγκόσμιου Ισλάμ, και η Τουρκία, που σε διάρκεια αιώνων υπήρξε ο κυρίαρχος ολόκληρου του αραβικού κόσμου ως Οθωμανική αυτοκρατορία. Η Ρωσία ήρθε σε επαφή με τις δυο χώρες τον 16ο αιώνα, όταν η διεύρυνση των συνόρων της τις κατέστησε γείτονες.
Σους τρεις αιώνες που ακολούθησαν, η Ρωσία είχε πολεμήσει πολλές φορές κατά της Τουρκίας, με τελευταία σύγκρουση αυτήν του Α’ Παγκοσμίου πολέμου. Σχεδόν όλοι οι πόλεμοι έληγαν με ήττα της Τουρκίας και απώλεια των κτήσεών της, ξεκινώντας από το Άστραχαν και την Κριμαία και τελειώνοντας με τα Βαλκάνια. Στην Τουρκία διαμένουν εκατομμύρια απόγονοι ορεσίβιων του Καυκάσου, που μετανάστευσαν εκεί μετά την προσάρτηση του Καυκάσου στη Ρωσία, ενώ πριν από έναν αιώνα οι Ρώσοι αξίωναν ανοιχτά να κατακτήσουν την Κωνσταντινούπολη. Αλλά και μετά τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο η Τουρκία, φοβούμενη για πιθανές εδαφικές αξιώσεις από πλευράς ΕΣΣΔ, σύντομα κατέφυγε στο πλευρό του ΝΑΤΟ. Οι Τούρκοι δηλαδή έχουν πολλούς λόγους να αντιμετωπίζουν επιφυλακτικά τη Ρωσία, ωστόσο η ρωσοτουρκική προσέγγιση τα τελευταία χρόνια διεξάγεται προς πάσα κατεύθυνση.
Οι Ιρανοί από την άλλη πάντα υπήρξαν ανεξάρτητοι από τη Δύση. Υπήρξαν μόνο δυο πολεμικές συγκρούσεις μεταξύ Ρωσίας και Ιράν, κι αυτές – με διαφορά ενός αιώνα, από τις αρχές του 18ου ως τις αρχές του 19ου αι. Ωστόσο οι Ιρανοί είναι πιο επιφυλακτικοί απέναντι στους Ρώσους από ό,τι οι Τούρκοι.
Αυτό, επειδή κατά το πρώτο μισό του περασμένου αιώνα η Ρωσία είχε αναμειχθεί στις εσωτερικές υποθέσεις του Ιράν, και το γεγονός ότι το έκανε ως απάντηση στην προσπάθεια της Βρετανίας να εδραιωθεί στα νότια των συνόρων της δεν αλλάζει πολλά στα μάτια των Ιρανών. Εξάλλου, μεταξύ Ρωσίας και Ιράν δεν υπάρχουν εδαφικές διαφορές σαν αυτές που εντοπίζονται στη διασταύρωση του Ρωσικού κόσμου με τον Τουρανικό.
Η νίκη της Ισλαμικής Επανάστασης το 1979 δεν σηματοδότησε την έναρξη μιας μεγάλης φιλίας – απεναντίας, οι σχέσεις μεταξύ Ιράν και Ρωσίας έγιναν χειρότερες κι από αυτές, που υπήρχαν επί Σάχη. Η Τεχεράνη αντιμετώπιζε αρνητικά τόσο τον αθεϊσμό του σοβιετικού καθεστώτος, όσο και την πολιτική της ΕΣΣΔ στο Αφγανιστάν, ενώ τη δεκαετία του ’90 η Ρωσία εθεωρείτο ως δυτικό παράρτημα. Όσο όμως η Ρωσία του Πούτιν ενίσχυε τις θέσεις της στην γεωπολιτική αρένα, τόσο αύξαινε και το ενδιαφέρον των Ιρανών προς τους Ρώσους, – ένα ενδιαφέρον που σύντομα έγινε αμοιβαίο. Η βοήθεια της Ρωσίας προς την Τεχεράνη πάνω στην συμφωνία για τα πυρηνικά επισφράγισε την εμπιστοσύνη μεταξύ των δυο χωρών, η απόπειρα των ΗΠΑ επί Ομπάμα να απομονώσει τη Ρωσία τις έφερε ακόμα πιο κοντά, ενώ ο πόλεμος στην Συρία τις έκανε σύμμαχες.
Οι προοπτικές των διμερών σχέσεων Ρωσίας και Ιράκ, από οικονομικής και πολιτικής άποψης, είναι τεράστιες. Το ίδιο αφορά και την Τουρκία, με την οποία η Ρωσία μπορεί να διεξάγει πολλά σοβαρά πρότζεκτ τόσο αναφορικά προς την Ευρώπη, όσο και ως προς την Μεγάλη Εγγύς Ανατολή.
Τόσο το Ιράν όσο και η Τουρκία, που αριθμούν 80 εκατομμύρια κατοίκους η καθεμία, έχουν ένδοξο παρελθόν και σπουδαίο μέλλον. Το Ιράν είναι μια χώρα απολύτως αυτόνομη – ιδιότητα, που σπανίζει δυστυχώς στον σύγχρονο κόσμο. Η Τουρκία οδεύει προς την πλήρη αυτονομία, έχοντας συνειδητοποιήσει την ανάγκη παραίτησης από τον προσανατολισμό προς την Ευρώπη και τη Δύση γενικά, αμφισβητώντας και αυτήν την συμμετοχή της στο ΝΑΤΟ. Την ερχόμενη δεκαετία η βαρύτητα του Ιράν και της Τουρκίας στον κόσμο και στο νέο σύστημα των διεθνών σχέσεων θα αυξάνει, και δεδομένης της γειτνίασής τους μπορούμε να ισχυριστούμε ότι ο μεταξύ τους συντονισμός των ενεργειών θα ενισχύσει και τις δυο πλευρές.
Φυσικά, υπάρχουν αρκετές αντιθέσεις μεταξύ τους, τόσο από την εποχή της αρχαιότητας (διαμάχη μεταξύ σουνιτών – σηιτών), όσο και από τους νεώτερους χρόνους, που φέρουν χαρακτήρα τοπικό. Όμως αυτά, που ενώνουν τις δυο γείτονες χώρες, είναι πολύ περισσότερα. Κατάφεραν να συμφωνήσουν πάνω στο συριακό, δεν θέλουν να παιχτεί εναντίον τους το χαρτί των Κούρδων, και παρά τις όποιες προσπάθειες αναζωπύρωσης των θρησκευτικών διαφορών μεταξύ σουνιτών και σηιτών, η Άγκυρα και η Τεχεράνη βρέθηκαν αμφότερες στο πλευρό του Κατάρ στην σύγκρουσή του με την Σαουδική Αραβία.
Σήμερα βλέπουμε και κάτι άλλο, που ενώνει το Ιράν με την Τουρκία, κι αυτή είναι η Ρωσία. Οι δυο Πρόεδροι έρχονται να δουν τον Πούτιν, ο οποίος δεν αποβλέπει μόνο στη συνεργασία για την επίλυση της συριακής κρίσης, αλλά και στην εγκαθίδρυση μιας στρατηγικής συμμαχίας εν γένει. Καταλαβαίνουμε φυσικά, ότι η επίτευξη ομοφωνίας μεταξύ τριών είναι πιο δύσκολη από αυτήν που μπορεί να επιτευχθεί μεταξύ δύο, όμως και η αποτελεσματικότητα της πολυμερούς συνεργασίας είναι πολύ υψηλότερη. Και όχι μόνο επειδή πέρα από τη Συρία, η Ρωσία, το Ιράν και η Τουρκία έχουν πλήθος συγκεκριμένων σημείων για την καταβολή αμοιβαίας προσπάθειας, αλλά κυρίως επειδή τρία αυτόνομα κράτη μπορούν να αλλάξουν πολλά σε αυτόν τον κόσμο. Και μιλάμε για έναν κόσμο ταραγμένο, που έχει εισέλθει στην εποχή των ριζικών αλλαγών στους κανόνες του παιχνιδιού, όταν το κέντρο του κόσμου μετατοπίζεται από την Δύση στην Ανατολή – και για να είμαστε ακριβέστεροι, επανέρχεται στην θέση όπου βρισκόταν κατά το μεγαλύτερο μέρος της γνωστής σε εμάς ιστορίας.
Αν αντικαταστήσουμε την Τουρκία και το Ιράν με τη Γερμανία και τη Γαλλία – για παράδειγμα, «Η Μεγάλη Τρόικα» των ηγετών της Ρωσίας, της Γερμανίας και της Γαλλίας θα αλλάξει τον κόσμο» – τα πράγματα θα γίνουν πολύ πιο κατανοητά για τους ευρωπαϊκά προσανατολισμένους αναγνώστες.
Όμως το Ιράν υπήρχε πολύ προτού εμφανιστούν στον χάρτη η Γερμανία και η Γαλλία, η δε Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν κάποτε ισχυρότερη από κάθε ευρωπαϊκό κράτος και είχε κατακτήσει μεγάλο μέρος της Ευρώπης. Τον περασμένο αιώνα και οι δυο χώρες αποδυναμώθηκαν αισθητά, όμως ας μην ξεχνάμε ότι δύσκολες στιγμές είχε περάσει και η Κίνα. Ο 21ος αιώνας θα είναι ο αιώνας της Ευρασίας, με την έμφαση να δίνεται στο ασιατικό κομμάτι της.
Στα τέλη του Νοέμβρη είχε προηγηθεί μια άλλη τριμερής συνάντηση κορυφής – 74 χρόνια πριν, στην Τεχεράνη συναντήθηκε για πρώτη φορά η «Μεγάλη Τρόικα» – ο Στάλιν, ο Τσόρτσιλ και ο Ρούζβελτ. Οι επερχόμενες διαπραγματεύσεις στο Σότσι θα μπορούσαν επίσης να χαρακτηριστούν ως «συνάντηση της Μεγάλης Τρόικας». Μπορεί ο πόλεμος να μην είναι παγκόσμιος, αλλά τοπικός – συριακός, και να επηρεάζει πολύ μικρότερο μέρος του πλανήτη, ωστόσο οι προοπτικές της τριαδικής συμφωνίας είναι πραγματικά τεράστιες.